Το παρόν κείμενο διαβάστηκε στις 23 Απριλίου, στην παρουσίαση του βιβλίου: «Κρήτη 1942. Οι φωτογραφίες του Lidio Cipriani» που οργάνωσε το Γενικό Αρχείο του Κράτους-Αρχεία Νομού Ρεθύμνης, στο Σπίτι του Πολιτισμού.
Για την ιστορία: Η κουβέντα που ξεκίνησε μετά την παρέμβαση μας, όπως και οι εκδηλωμένη διαφωνία που εκφράστηκε μετά την παρουσίαση, οδήγησε τους συντελεστές να κλείσουν την εκδήλωση άρον-άρον. Απ’ ότι φαίνεται, οι υποψιασμένοι αναγνώστες ενοχλούν…
Το κείμενο:
Το βιβλίο με τίτλο ΚΡΗΤΗ 1942, ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ LIDIO CIPRIANI, παρουσιάζεται, βάση του εξώφυλλου του, ως ένα φωτογραφικό λεύκωμα από την περίοδο της κατοχής της Κρήτης, από τα ναζιστικά. γερμανικά και ιταλικά στρατεύματα. Αυτό που φαινομενικά κάνει ιδιαίτερο το βιβλίο είναι η συλλογή ενός σπάνιου φωτογραφικού αρχειακού υλικού της εποχής καθιστώντας το έτσι μία ελκυστική έκδοση για το κρητικό κοινό, και όχι μόνο.
Η αρχική εντύπωση που δίνει η συγκεκριμένη έκδοση είναι η περιγραφή της καθημερινής ζωής των ανθρώπων της κρητικής ενδοχώρας, των συνηθειών τους, των λαϊκών εθίμων καθώς επίσης και τον μόχθο του αγροτικού πληθυσμού.
Σε αντίθεση όμως με τα παραπάνω, ανοίγοντας κάποιος τις πρώτες σελίδες του “λευκώματος”, στην εισαγωγή, κατά την οποία παρουσιάζονται τα βιογραφικά στοιχεία του L. Cipriani, ο αναγνώστης συνειδητοποιεί ότι το συγκεκριμένο φωτογραφικό υλικό που παρουσιάζεται σήμερα σαν λεύκωμα, είναι μερος των στοιχειων της ανθρωπολογικής μελέτης, για την οποία στάλθηκε στην Κρήτη, με την ιδιότητα του Ταγματαρχη της κατοχικής φασιστικής ιταλικής μεραρχίας “Σιενα”. στοχος του ηταν να αποδειξει παση θυσια τη φυλετικη καθαροτητα κ την λιβυκη προελευση των κρητικων για την εξυπηρετηση των ιταλικων βλεψεων στην αφρικη.
Ο L. Cipriani ήταν ένας από τους εκπροσώπους της ανθρωπολογικής σχολής της Φλωρεντίας. Στήριξε το φασιστικό ιταλικό καθεστώς του Μουσολίνι και υιοθέτησε την φυλετική ρατσιστική θεωρία μέσω της επιστήμης του. Η επικύρωση των πολίτικων πεποιθήσεων επιβεβαιώνεται μέσω της υπογραφής του Μανιφέστου της Ράτσας (ή μανιφέστο των ρατσιστών επιστημόνων) το 1938. Στο κείμενο αυτό προβλήθηκε επίμονα η βιολογική διάσταση του ρατσισμού και υποστηρίχθηκε η ύπαρξη μιας και μοναδικής καθαρής ιταλικής ράτσας απορρίπτοντας οτιδήποτε εμπεριέχει το ιταλικό εβραϊκό στοιχείο.
Το επιστημονικό αυτό δόγμα το οποίο ασπάστηκε ο L. Cipriani είναι αυτό που μέσω της χρήσης επιστημονικών τεχνικών και υποθέσεων αναπτύσσει την θεωρία περί ανωτερότητας και κατωτερότητας της φυλής. Μέσα από τις τεχνικές της ανθρωπομετρίας και της κρανιομετρίας, ο επιστημονικός αυτός ρατσισμός προσπαθεί να κατασκευάσει ανθρωπολογικά στερεότυπα που συνάδουν πλήρως με την ναζιστική αντίληψη για την άρια φυλή.
Ο Cipriani μέσω του επιστημονικού του έργου, εξυπηρέτησε πλήρως την ναζιστική λογική (σελ35) για τον νέο κόσμο που οραματίζονταν το καθεστώς.
Προκαλεί εντύπωση ο πρόλογος της παρούσας έκδοσης, στον οποίο επιχειρείται η αποκατάσταση της επιστημονικής δραστηριότητας και του ονόματος του L.Cipriani.(σελ.3, 33-35) Την ίδια στιγμή παν -ευρωπαϊκά εκατοντάδες επιστήμονες δολοφονήθηκαν επειδή αρνήθηκαν να υπηρετήσουν το φασιστικό/ναζιστικό καθεστώς, στην έκδοση αυτή γίνεται προσπάθεια να γίνει ένας διαχωρισμός μεταξύ των φασιστικών πολιτικών πεποιθήσεων και επιστημονικού έργου. Ο Cipriani παρουσιάζεται μεταξυ αλλων ως ένας απερίσκεπτος, υστεροβουλος κ παθιασμένος επιστήμονας ο οποίος θα συνεργαζόταν με οποιοδήποτε καθεστώς για χάρη της χρηματοδότησης της έρευνας του(σελ.33,35), την στιγμή που το ίδιο παθιασμένα στήριξε τις φυλετικές θεωρίες του καθεστώτος Μουσολίνι. Επανειλημμένα και σκόπιμα αγνοείται, στον πρόλογο αυτό, η κριτική ανάγνωση της ρατσιστικής έρευνας του Cipriani, καθώς και των αποτελεσμάτων της.
Η κριτική που ασκείται στην παρούσα έκδοση/εκδήλωση και τους συντελεστές της, δε πηγάζει απο κάποια πολιτική ή ιδεολογική υστερία αλλα το γεγονος οτι βάσει αυτών των φυλετικών θεωριών οδηγήθηκαν στο σφαγείο του 20ου αιώνα εκατομμύρια άνθρωποι. Οι φυλετικές και ρατσιστικές θεωρίες που αναπτύχθηκαν απο τα μέσα του 19ου αιώνα ήταν αυτές που έθεσαν τα θεμέλια για μετέπειτα άνοδο των φασιστικών καθεστώτων και αποτέλεσαν ένα από τα βασικά επιχειρήματα για την αναρρίχηση του Χίτλερ και του φασιστικού- ναζιστικού καθεστώτος στην εξουσία. Η βιολογική επιστήμη συνέβαλε αποφασιστικά στην επιστημονική εδραίωση του φυλετισμού. Με βάση την ανωτερότητα και την κατωτερότητα των ανθρώπων μπόρεσε να δικαιολογήσει την οικονομική, και όχι μόνο, εκμετάλλευση των “κατώτερων” λαών από τους ανώτερους. Είναι αυτή η λογική που οδήγησε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και σε φούρνους, εκατομμύρια Εβραίων, ομοφυλόφιλων, ρομά, και τόσων άλλων μειονοτικών ομάδων. Τεχνικές όπως η ευγονική, η αναγκαστική στείρωση, πειράματα και βασανισμοί, γίνανε αποδεκτά μέσω αυτής της επιστήμης.
Με βάση των παραπάνω επιστημονικών λογικών και των επιχειρημάτων του Π. Κόρπη για τον διαχωρισμό ανάμεσα στις πολιτικές πεποιθήσεις και την επιστημονική έρευνα, προσπαθώντας να αποκαταστήσει 70χρόνια μετά, τον φασίστα “επιστήμονα” L.Cipriani, νομιμοποιούνται σήμερα οι νεοναζιστικές λογικές/θεωρήσεις, ξεχνώντας τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο όνομα της φυλετικής καθαρότητας. Είναι οι ίδιες λογικές που σήμερα νομιμοποιούν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τους φράχτες, την αντίληψη περί απειλής της αλλοίωσης του ευρωπαϊκού πολιτισμού και τέλος είναι αυτές οι λογικές που πνίγουν χιλιάδες κατατρεγμένους στην μεσόγειο, και όχι μόνο, που ψάχνουν ένα καλύτερο μέλλον.
Αν συμφωνήσουμε με την προσέγγιση του Π. Κόρπη θα πρέπει να συμφωνήσουμε κ με τον αρχηγό της χ.α. στο ότι ο Χίτλερ είναι μια προσωπικότητα που ακόμα δεν έχει κριθεί ιστορικά.
Η ιδεολογική αποφόρτιση πρακτικών που συντέλεσαν στην ανάδυση και επιβολή του φασισμού είναι επικίνδυνη κ ανήκει στα πλαίσια του λεγόμενου ιστορικού αναθεωρητισμού που συντελείται τα τελευταία χρόνια. Στόχος του είναι να ξαναγραφτούν οι σελίδες της ιστορίας ξεπλυμένες από πολίτικες προσωπικές ευθύνες κ αίτια.
Η ιστορική μνήμη είναι ζωντανή κ έχουμε χρέος να την διαφυλάξουμε από κάθε μορφής ιδεολογικά πλυντήρια κ επιστημονικά άλλοθι. Χρέος απέναντι σε αυτούς που υπερασπίστηκαν μέχρι θανάτου την ανθρωπιά κ την αξιοπρέπεια, χρέος απέναντι στις γενιές που έρχονται.